Το Grand Prix της Μόντσα είναι πάντα ξεχωριστό, αλλά φέτος ακόμα περισσότερο. Θα είναι η 75η φορά που η πίστα θα φιλοξενήσει αγώνα του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος της Formula 1, περισσότερες από κάθε άλλη πίστα στην ιστορία της κορυφαίας κατηγορίας του μηχανοκίνητου αθλητισμού. Για την Pirelli, αυτό το Σαββατοκύριακο σηματοδοτεί το τέλος των εορτασμών για τη συμμετοχή της σε 500 Grand Prix, ένα ορόσημο που έφτασε στο Ζάντφορτ την περασμένη Κυριακή. Όπως και στο Ολλανδικό Grand Prix, έτσι και εδώ στην Ιταλία, τα είκοσι μονοθέσια στην πίστα και όλα τα σλικ ελαστικά φέρουν ένα ειδικό λογότυπο, το οποίο παρουσιάστηκε στο Λονδίνο στις 18 Φεβρουαρίου, στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 75 χρόνια της Formula 1.
Επίσης στη Μόντσα, οι οδηγοί και το προσωπικό των ομάδων μαζί με ανώτερα στελέχη της F1, της FIA και της Pirelli θα βγουν μια αναμνηστική φωτογραφία, λίγες ώρες πριν από την έναρξη του αγώνα.
Το 2025 FORMULA 1 PIRELLI GRAN PREMIO D’ITALIA, για να χρησιμοποιήσουμε τον επίσημο τίτλο του αγώνα της Μόντσα, διεξάγεται περίπου 20 χιλιόμετρα από την έδρα του παγκόσμιου συνεργάτη ελαστικών του αθλήματος. Το βάθρο της Κυριακής θα αντικατοπτρίζει αυτόν τον ιδιαίτερο δεσμό. Οι τρεις πρώτοι οδηγοί που θα τερματίσουν θα φορούν ένα μοναδικό Podium Cap, μέρος της συλλογής του 2025 που παράγεται από την Pirelli Design, με τη δημιουργική συμβολή του σχεδιαστή Denis Dekovic. Το Podium Cap της Μόντσα, είναι στο χρώμα “azzurro” μπλε που θυμίζει τον Ιταλικό ουρανό πάνω από τον “Ναό της Ταχύτητας”. Στο πλάι έχει και το λογότυπο 500 GP. Διατίθεται ήδη προς πώληση στην ειδική πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου (https://store.pirelli.com/).

Οι τρεις οδηγοί, μαζί με τον εκπρόσωπο της νικήτριας ομάδας, θα σηκώσουν ψηλά ένα πολύ ιδιαίτερο τρόπαιο που ονομάζεται «Χίμαιρα». Αυτό το όνομα του δόθηκε από τον Nico Vascellari, τον Ιταλό καλλιτέχνη που είναι υπεύθυνος για την πέμπτη έκδοση του πρότζεκτ που έχει δημιουργηθεί από την Pirelli και την Pirelli HangarBicocca. Από το 2021, ένας διαφορετικός Ιταλός καλλιτέχνης αναλαμβάνει κάθε φορά τη δημιουργία ενός τροπαίου για τον Ιταλικό αγώνα, του οποίου η Pirelli είναι χορηγός ονόματος. Έτσι ενσωματώνεται η σύγχρονη καλλιτεχνική έκφραση από τους παραδοσιακούς χώρους τέχνης, στις πίστες της Formula 1 ανά τον κόσμο. Η πρώτη ανάθεση το 2021 δόθηκε στην Alice Ronchi. Το 2022 ήταν η σειρά του Patrick Tuttofuoco, το 2023 της Ruth Beraha και το 2024 του Andrea Sala.

Το θέμα της μυθολογίας και της ταχύτητας, το οποίο είχε ήδη εξερευνηθεί με τον «Τυφώνα» το 2022, συνεχίζεται φέτος με τη «Χίμαιρα». Το αινιγματικό γλυπτό που δημιούργησε ο Vascellari αναπαριστά την κίνηση των τριών ταχύτερων πλασμάτων στον αέρα, στο νερό και στη στεριά: του πετρίτη (είδος γερακιού), του ξιφία και του τσιτάχ αντίστοιχα. Η αεροδυναμική τους, που συνδέεται με τα φτερά και τα νύχια στην περίπτωση του πουλιού, την ουρά για το τσίταχ και το σώμα για το ψάρι, ενώνονται για να δημιουργήσουν ένα ενιαίο, φανταστικό πλάσμα, που παραπέμπει στην εξέλιξη, τη μεταμόρφωση και την αλλαγή. Τα τρόπαια είναι φτιαγμένα από αλουμίνιο, ένα ελαφρύ υλικό που χρησιμοποιείται επίσης στην κατασκευή των μονοθεσίων της Formula 1, με μια διαδικασία που ξεκινά από ένα δισδιάστατο σχέδιο, το οποίο στη συνέχεια μετατρέπεται μέσω μοντελοποίησης και τρισδιάστατης εκτύπωσης σε καλούπι. Ακολουθεί η χύτευση, μια από τις παλαιότερες τεχνικές γλυπτικής. Αυτό συνδυάζει την παραδοσιακή χειροτεχνία με τις εξαιρετικά καινοτόμες μεθόδους.

«Η αναφορά στον κόσμο των ζώων σε αυτό το τρόπαιο πηγάζει από τον φυσικό φόβο που έχει ο άνθρωπος για αυτόν, ένα ενστικτώδες συναίσθημα που ξεπερνά και επεκτείνει τα όριά μας στην ταχύτητα, στην πτήση και στην αντοχή», εξηγεί ο Vascellari: «Τα ζώα είναι μια ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης. Όταν σχεδίασα το τρόπαιο, σκέφτηκα τη στιγμή που ο οδηγός το σηκώνει ψηλά πάνω από το κεφάλι του: μια συμβολική χειρονομία για να υψώσει τον κόσμο των ζώων και τη φύση πάνω από εμάς, σε μια προσπάθεια αποκατάστασης της ισορροπίας. Είναι επίσης μια γιορτή της ικανότητας της φύσης, που αποτελεί την πηγή έμπνευσης». Η «Χίμαιρα» θα παρουσιαστεί στη Μόντσα κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης Pirelli Tyres Talk, μόνο για δημοσιογράφους, στο γκαράζ των Pirelli Hot Laps (πιτ 7) την Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου, αμέσως μετά την πρώτη ελεύθερη δοκιμή της Formula 1. Εκτός από τον καλλιτέχνη, θα είναι παρόντες ο Aldo Costa, Τεχνικός Διευθυντής της Dallara Automobili, και ο Mario Isola, Διευθυντής του τμήματος Motorsport της Pirelli.
Οι γόμες
Δεν υπάρχουν αλλαγές στις γόμες σε σύγκριση με πέρυσι, όταν η πίστα είχε μόλις στρωθεί με νέα άσφαλτο. Η C3 είναι η σκληρή γόμα, η C4 η μέση γόμα και η C5 η μαλακή γόμα. Δώδεκα μήνες μετά, αναπόφευκτα η επιφάνεια της πίστας έχει ωριμάσει, αλλά είναι απίθανο αυτό να έχει σημαντική επίδραση στο εύρος στρατηγικών καθώς τα μονοθέσια αγωνίζονται με την μικρότερη δυνατή κλίση στις αεροτομές. Είναι πιθανό οι πιο δημοφιλείς επιλογές για τον αγώνα να είναι η σκληρή και η μέση γόμα. Μπορεί κανείς να υποθέσει ότι το επίπεδο φθοράς λόγω υπερθέρμανσης θα είναι χαμηλότερο από πέρυσι, καθώς η πίστα θα έχει πλέον ωριμάσει. Ο χρόνος που χάνεται στα πιτ για αλλαγή ελαστικών είναι από τους μεγαλύτερους της σεζόν, οπότε οι ομάδες θα προσπαθήσουν να διανύσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απόσταση με το ίδιο σετ ελαστικών, κοντρολάροντας την πτώση απόδοσης με στόχο να αλλάξουν ελαστικά μόνο μία φορά. Είναι δύσκολο να προσπεράσεις στη Μόντσα, κυρίως λόγω της μειωμένης αποτελεσματικότητας του DRS, καθώς τα μονοθέσια τρέχουν με ελάχιστη κλίση στις αεροτομές και αντίστοιχα χαμηλά επίπεδα αεροδυναμικά παραγόμενης κάθετης δύναμης. Αυτό επίσης τείνει να μετατοπίζει την ισορροπία υπέρ μιας στρατηγικής ενός πιτ στοπ. Από την άλλη πλευρά, η θερμοκρασία μπορεί να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα, δεδομένου ότι ο Σεπτέμβριος στη Λομβαρδία μπορεί μερικές φορές να μοιάζει με κατακαλόκαιρο. Αυτό μπορεί να επιταχύνει την πτώση απόδοσης των ελαστικών, γεγονός που θα καθιστούσε τη στρατηγική των δύο αλλαγών πιο ανταγωνιστική.
Το 2024
Δεκατέσσερις οδηγοί επέλεξαν να ξεκινήσουν με τη μέση γόμα, ενώ οι υπόλοιποι ακολούθησαν μια πιο συντηρητική προσέγγιση με τη σκληρή. Ο Lance Stroll μπήκε στα πιτ τρεις φορές, ενώ οι υπόλοιποι 18 οδηγοί που τερμάτισαν μοιράστηκαν σχεδόν εξίσου σε στρατηγική μιας και δύο αλλαγών. Οι τρεις οδηγοί που ανέβηκαν στο βάθρο ξεκίνησαν με τη γόμα C4. Ο νικητής, Charles Leclerc, άλλαξε σε C3 στον 15ο γύρο και συνέχισε μέχρι την καρό σημαία. Το δίδυμο της McLaren, ο Oscar Piastri και ο Lando Norris, δεύτερος και τρίτος αντίστοιχα, έκαναν δεύτερη αλλαγή για να βάλουν ένα ακόμα σετ σκληρής γόμας. Ο προαναφερθείς Stroll επρόκειτο να ακολουθήσει στρατηγική δύο πιτ στοπ, αλλά έκανε τελικά μια επιπλέον στάση για Μαλακή γόμα, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει τον βαθμό του ταχύτερου γύρου του αγώνα.

Ο κύριος παράγοντας για τη στρατηγική ήταν η παραμόρφωση λόγω υπερθέρμανσης, η οποία ήταν αρκετά έντονη στο πρώτο μέρος του αγώνα πριν μειωθεί στα επόμενα. Αυτό επέτρεψε στους οδηγούς που είχαν επιλέξει στρατηγική μιας αλλαγής να επεκτείνουν τη χρήση των ελαστικών χωρίς να πληρώσουν υψηλό τίμημα στην απόδοση.
Η πίστα
Η πίστα της Μόντσα κατέχει το ρεκόρ της υψηλότερης μέσης ταχύτητας αγώνα, χάρη στον Michael Schumacher με τη Ferrari: 247,586 km/h το 2003. Επίσης, κατέχει το ρεκόρ της υψηλότερης μέσης ταχύτητας σε κατατακτήριες δοκιμές, με 264,362 km/h, το οποίο σημείωσε ο Lewis Hamilton με μία Mercedes το 2020. Πέρυσι, ο Lando Norris κατέκτησε την pole position με μέση ταχύτητα 263 km/h. Είναι λοιπόν εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί η πίστα είναι παγκοσμίως γνωστή ως ο «Ναός της Ταχύτητας».
Η πίστα μήκους 5.793 m έχει 11 στροφές και οι οδηγοί περνούν το 80% του γύρου με τέρμα το γκάζι. Τα μονοθέσια έχουν ρυθμιστεί με το χαμηλότερο επίπεδο αεροδυναμικής κάθετης δύναμης της σεζόν, με στόχο την ελαχιστοποίηση της αντίστασης του αέρα. Σε αυτό το πλαίσιο, η σταθερότητα κατά το φρενάρισμα και η πρόσφυση στην έξοδο των στροφών είναι ζωτικής σημασίας, ειδικά στα σικέιν όπως η Prima Variante και η Variante Ascari, όπου οι οδηγοί πρέπει να μειώσουν την ταχύτητα πολύ απότομα. Οι πλευρικές δυνάμεις έρχονται στο προσκήνιο στις πιο γρήγορες στροφές, όπως η Biassono και η θρυλική Parabolica, η οποία πλέον έχει μετονομαστεί προς τιμήν του Michele Alboreto. Το οδόστρωμα της πίστας ανακαινίστηκε πλήρως το 2024 και φέτος η οργάνωση επικεντρώθηκε στις βελτιώσεις των κοινόχρηστων χώρων. Προστέθηκαν τέσσερις χιλιάδες θέσεις για τους θεατές στους χώρους γενικής εισόδου, χωρίς αριθμημένες θέσεις σε εξέδρες, ενώ αυξήθηκε επίσης η χωρητικότητα του χώρου φιλοξενίας πάνω από τα πιτ. Για τον λόγο αυτό, το κέντρο τύπου μεταφέρθηκε σε μια προσωρινή διώροφη κατασκευή, με θέσεις για 400 άτομα, δίπλα στα παλιά γκαράζ των πιτ.
Λέξη-κλειδί: Φρενάρισμα
Το φρενάρισμα που απαιτείται για το πρώτο σικέιν στη Μόντσα είναι ένα από τα πιο έντονα στο πρόγραμμα της Formula 1. Σύμφωνα με δεδομένα της Brembo, τα μονοθέσια φτάνουν στο σημείο φρεναρίσματος με περίπου 337 km/h και υπόκεινται σε άμεση επιβράδυνση περίπου 5g, καθώς η ταχύτητά τους μειώνεται στα 89 km/h. Πιέζοντας δυνατά το πεντάλ, ο οδηγός ενεργοποιεί τις δαγκάνες που πιάνουν τους δίσκους από ανθρακόνημα. Η κινητική ενέργεια μετατρέπεται γρήγορα σε θερμότητα, η οποία μεταδίδεται και στα ελαστικά.
Ο μπροστινός άξονας είναι αυτός που καταπονείται περισσότερο κατά το φρενάρισμα, καθώς δέχεται τη μεγαλύτερη επιβράδυνση. Η περιοχή όπου το ελαστικό συναντά την πίστα, γνωστή ως “επιφάνεια επαφή”, μειώνεται σε μέγεθος λόγω της γωνίας camber των τροχών. Κατά συνέπεια, συμβαίνει συμπίεση που μπορεί να προκαλέσει προσωρινή παραμόρφωση του προφίλ του ελαστικού. Αυτό αυξάνει τη φθορά και μπορεί να το κάνει πιο επιρρεπές στο μπλοκάρισμα.
Το μπλοκάρισμα συμβαίνει όταν το ελαστικό σταματά να περιστρέφεται και σέρνεται πάνω στην πίστα. Αυτό δημιουργεί ένα σημάδι στο πέλμα, με αποτέλεσμα το ελαστικό να μην είναι πλέον στρογγυλό. Ως αποτέλεσμα έχουμε απώλεια πρόσφυσης που κάνει το μονοθέσιο να ανοίγει την πορεία του στις στροφές. Ο οδηγός στρίβει το τιμόνι προς τη στροφή, αλλά το μονοθέσιο συνεχίζει να κινείται ευθεία, ένα φαινόμενο γνωστό ως υποστροφή. Η εμφάνιση της υποστροφής αυξάνεται σημαντικά όταν οι τροχοί μπλοκάρουν, καθώς τα ελαστικά γλιστρούν στην επιφάνεια και δεν παράγουν πλέον επαρκείς πλευρικές δυνάμεις για να στρίψουν αποτελεσματικά.
Η γωνιά των στατιστικών
Αυτή είναι η 75η χρονιά που η Μόντσα θα φιλοξενήσει το Ιταλικό Grand Prix ως γύρο του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος της Formula 1. Αυτό είναι στην πραγματικότητα το 76ο Ιταλικό Grand Prix, καθώς για μία μόνο χρονιά, το 1980, ο αγώνας διεξήχθη στην Ίμολα. Παρόλα αυτά, η Μόντσα βρίσκεται στην κορυφή της λίστας των πιστών που έχουν φιλοξενήσει τα περισσότερα Grand Prix, μπροστά από το Mονακό και το Σίβλερστον. Δύο από τους σπουδαίους του αθλήματος, οι Michael Schumacher και Lewis Hamilton, όχι μόνο μοιράζονται την κορυφή του πίνακα για τα παγκόσμια πρωταθλήματα, αλλά είναι επίσης οι πιο επιτυχημένοι οδηγοί στη Μόντσα με πέντε νίκες ο καθένας. Αμφότεροι έχουν οκτώ τερματισμούς στο βάθρο, ενώ ο Άγγλος έχει επίσης τις περισσότερες pole position με επτά.
Με είκοσι νίκες, η Ferrari είναι η πιο επιτυχημένη ομάδα, σχεδόν το ένα τρίτο όλων των Ιταλικών αγώνων. Κατέχει την πρώτη θέση στις pole position (23) και στους τερματισμούς στο βάθρο (72). Η McLaren είναι δεύτερη και στις τρεις αυτές λίστες με 11 νίκες, 12 pole position και 31 τερματισμούς στο βάθρο. Μια άλλη ενδιαφέρουσα “ιταλική” στατιστική σχετικά με τη Μόντσα είναι ότι ήταν ο τόπος της μοναδικής νίκης αγώνα για έναν κινητήρα Ferrari που δεν τοποθετήθηκε σε αυτοκίνητο κατασκευασμένο στο Maranello. Συνέβη το 2008, όταν ο Sebastian Vettel πέτυχε μία από τις πιο απροσδόκητες νίκες στην ιστορία της Formula 1 στο τιμόνι μιας Toro Rosso. Μάλιστα, η ομάδα με έδρα τη Faenza πέτυχε άλλη μια έκπληξη 12 χρόνια αργότερα, όταν με το όνομα AlphaTauri, κέρδισε ξανά στη Μόντσα, με τον Pierre Gasly στο τιμόνι. Το Ιταλικό Grand Prix έχει κρίνει την έκβαση του παγκόσμιου πρωταθλήματος οδηγών 11 φορές, το 1950, 1956, 1961, 1963, 1966, 1969, 1972, 1973, 1975, 1978 και 1979. Ο Jackie Stewart, πήρε δυο φορές τον τίτλο στη Μόντσα το 1969 και το 1973.

Οι ενημερώσεις είναι διαθέσιμες και στα επίσημα κανάλια της Pirelli στα social Media



